Λουρώσω:

Χτυπάω κάποιον με την λούρα (βέργα).

Μη κάν’ς ζουμιές* θα σι λουρώσω.

*Ζουμιές, ζημιές.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!